Συνήθιζες να χορεύεις στην μέση του πουθενά,
έξω απ’ το αυτοκίνητο,
μπροστά απ’ τους γκρεμούς.
Το σώμα σου φάνταζε να ξορκίζει,
να κουνιέται απ’ άκρη σ’ άκρη σε έναν ρυθμό
που εγώ ποτέ δεν κατάφερα πραγματικά να ακούσω.
Χέρια, κινήσεις και μέσες που σπάνε,
μυς που φωνάζουν απελπισμένοι,
-αυτά είναι τα βάσανα της ψυχής-
σημάδια μελανά, σημάδια κόκκινα,
άσπρες φουσκωμένες ουλές και αστερισμοί
που χαρτογράφησαν τα βαθύτερα μυστικά σου.
Συνήθιζες να χορεύεις στη μέση του πουθενά
έξω απ’ το αυτοκίνητο.
Και εγώ παρακαλούσα εκείνος ο χορός
ποτέ μη σώσει να τελειώσει.
ποτέ μη σώσει να σε σώσει,
για να χορεύεις για πάντα μονάχη
τους καημούς σου
σε εκείνον τον μυστήριο και εξωπραγματικό ρυθμό.
Δέσποινα Γεώργα
Ως απόφοιτη της Κλασικής Φιλολογίας Αθήνας και νυν μεταπτυχιακή της Δημιουργικής γραφής και λογοτεχνίας θα έλεγε κανείς πως η αγάπη για το γράψιμο και το διάβασμα ήταν λίγο-πολύ αναπόφευκτη. Όπως εξίσου αναπόφευκτη ήταν και η συνάντηση μας εδώ.