Φορούσε το λευκό βραχιόλι στα πόδια της
και το λευκό σημάδι από κάτω μαρτυρούσε την ασπράδα
που άφηνε πίσω του ο χειμώνας.
Τα πρώτα καφετιά σημάδια στους ώμους, την μύτη, τον λαιμό
όλα φιλιά του Ήλιου του παντοδύναμου
-σιγά που θα του ξέφευγε η κόρη από τα χέρια-
τόσο αμυδρά που ίσα που τα καταλάβαινε
σαν επιθεωρούσε την εικόνα της σπιθαμή προς σπιθαμή
ώρες ολόκληρες μπροστά απ’ τον καθρέφτη
-χανότανε ο έρωτας από τα μάτια της, ξέφευγε, ξεπηδούσε,
ξεκόλλαγε μαζί με το’ αλμυρό νερό της θάλασσας
που σταλιά-σταλιά δεότανε και εκείνο το κορμί της.
Δέρμα στο χρώμα της ελιάς
χαμένος ο χιονιάς από καιρό στο βλέμμα της
πόνεσε δεν πόνεσε δεν θα το φανταζόσουνα ποτέ
σαν την κοιτούσες,
το καλοκαίρι όλα γίνονται ξέγνοιαστα εξάλλου
κι οι πληγές πιο γρήγορα επουλώνονται από άλλοτε
-το φως θολώνει τις ματιές κι η ζέστη στεγνώνει τα δάκρυα-.
Αντίθεση γιομάτο το κορμί, αντίθεση η ψυχή, αντίθετο το βλέμμα
αντίθεση γιομάτη η εποχή η ίδια
κι ο Αύγουστος παραμονεύει στη γωνιά ν’ αρπάξει όσα πρόλαβε,
όσα απομείνανε από κείνη
με την καυτή ανάσα του και το ζεστό κορμί του
-τα σημάδια τώρα πλήθυναν, η ζαλάδα σκοτάδιασε τον νου,
τα αμπέλια μέστωσαν κι οι πανσέληνοι δυο-δυο ανέβαιναν στον ουρανό-
να ρουφήξει όσο κατάφερνε λιγάκι από τις υποσχέσεις.
Απόλαυσε για τώρα κόρη τον καύσωνα που ξεπροβάλλει απ’ την γωνιά,
το καλοκαίρι είναι ο προστάτης των ονείρων σου.
Αργότερα, αργότερα ανησυχείς για τις ζημιές που άφησε από πίσω!
Ως απόφοιτη της Κλασικής Φιλολογίας Αθήνας και νυν μεταπτυχιακή της Δημιουργικής γραφής και λογοτεχνίας θα έλεγε κανείς πως η αγάπη για το γράψιμο και το διάβασμα ήταν λίγο-πολύ αναπόφευκτη. Όπως εξίσου αναπόφευκτη ήταν και η συνάντηση μας εδώ.