Όλα ξεκινούν από μία πρόποση. Μία πρόποση που ο γαμπρός του πρωταγωνιστή μας Αντριάν του ζητάει να εκφωνήσει στον γάμο τους με την αδερφή του. «Ξέρεις η αδερφή σου θα χαιρόταν πολύ» και ο κόσμος του Αντριάν γκρεμίζεται γύρω του. Το οικογενειακό τραπέζι μόλις μετατράπηκε στον απόλυτο εφιάλτη του. Τώρα, πρέπει να βρει έναν τρόπο να απαλλαχθεί από την φοβερή αυτή υποχρέωση, να κάνει μια πρόποση που δεν θέλει, χωρίς να στενοχωρήσει την αδερφή του, τον μέλλοντα γαμπρό του ή τους γονείς του.
Σίγουρα θα υπάρχει μια καλή δικαιολογία και μπορεί και να την έβρισκε, αν δεν τον απασχολούσε ταυτόχρονα και το ζήτημα της Σόνιας. Η Σόνια είναι η τελευταία πρώην κοπέλα του και ο Αντριάν της έχει στείλει ένα μήνυμα για πρώτη φορά αρκετές μέρες μετά τον χωρισμό τους. Εν αναμονή της απάντησής της, το δείπνο στο σπίτι των γονιών του, η πρόταση του Λιντό, οι πατάτες ογκραντέν, η κρεμάστρα για τις πετσέτες, όλα μοιάζουν να γίνονται ένα στην σκέψη του Αντριάν. Το παρόν μπλέκεται με το παρελθόν του, καθώς αναπολεί περασμένες στιγμές της ζωής του, σκαρώνοντας ταυτόχρονα φανταστικές «προπόσεις» στο κεφάλι του. Όλες για να αποδείξει στον εαυτό του πόσο ανίκανος είναι για τούτη την δουλειά που τον θέλουν. Αφού το να μιλάει σε τόσο κόσμο δεν είναι το φόρτε του. Το κινητό του εξακολουθεί να σιγεί. Και θέλει απελπισμένα πολύ να κάνει ένα τσιγάρο.
Ολόκληρη η ιστορία γυρίζει γύρω από το οικογενειακό αυτό τραπέζι. Δεν διαρκεί παρά ελάχιστες ώρες και η δράση είναι σχεδόν μηδαμινή. Ο αφηγητής μας είναι ο Αντριάν και ακούς πάντοτε τις σκέψεις του μέσα στο μυαλό του. Παρόλα αυτά τελειώνοντας το βιβλίο αυτό έχεις την αίσθηση πως έχεις μάθει ολόκληρη την ζωή του, έχεις καταλάβει σε έναν μεγάλο βαθμό τον χαρακτήρα του και πιθανά έχεις ταυτιστεί με εκείνον. Αν είσαι κι εσύ από τους τύπους που προτιμάς λιγάκι να περνάς απαρατήρητος, που ήσυχα-ήσυχα περνάς την ζωή σου, που καμιά φορά ίσως και κάπως να φοβάσαι να μιλήσεις λίγο «δυνατότερα». Η πρόποση είναι μονάχα η αφορμή. Η πραγματικότητα είναι πολύ βαθύτερη και ξεπερνά τον γάμο, την αδερφή, την οικογένεια του, ακόμα και την Σόνια. Το πρόβλημα βρίσκεται μέσα στον ίδιο τον Αντριάν.
Το βιβλίο αυτό ήτανε πράγματι μια μικρή αποκάλυψη. Έπεσε στα χέρια μου και καταναλώθηκε μέσα σε δύο μέρες. Η απλότητα της αφήγησης, ταυτόχρονα με την πολυπλοκότητά της σε νόημα με καθήλωσε. Η introvert πλευρά μου χειροκροτούσε κάθε προσπάθεια του Αντριάν να αποφύγει την δημόσια ομιλία του. Απόλαυσα το έξυπνο χιούμορ του χαρακτήρα, τις εξομολογήσεις του, τις καταστάσεις που σκέφτηκα «α, ναι κι εγώ!». Σίγουρα μπήκε στην λίστα με τα αγαπημένα. Σίγουρα το προτείνω ανεπιφύλακτα.
Κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Ίκαρος.
Υ.Γ. μόλις πληροφορήθηκα ότι έχει κυκλοφορήσει και σε ταινία, την οποία λογικά θα τρέξω να δω.
Ως απόφοιτη της Κλασικής Φιλολογίας Αθήνας και νυν μεταπτυχιακή της Δημιουργικής γραφής και λογοτεχνίας θα έλεγε κανείς πως η αγάπη για το γράψιμο και το διάβασμα ήταν λίγο-πολύ αναπόφευκτη. Όπως εξίσου αναπόφευκτη ήταν και η συνάντηση μας εδώ.