Η θεατρική πορεία της Ζωής Ρηγοπούλου ξεκινά στη σχολή του Πέλου Κατσέλη. Η ίδια εκτίθεται πρώτη φορά στα βλέμματα των θεατών στο αρχαίο θέατρο των Δελφών, ως θεά Αθηνά στον Αίαντα του Σοφοκλή, με τον θίασο Ιορδάνη Μαρίνου-Κυβέλης Μυράτ. Στο δεύτερο έτος της θεατρικ΄ής σχολής δίνει εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο και πετυχαίνει την εισαγωγή στις Πολιτικές Επιστήμες του Παντείου, όπου όπως μας λέει ξετρελάθηκε με την Εγκληματολογία. Στην τηλεόραση έχει κάνει μετρημένες δουλειές, επιλεγμένες προσεκτικά, κυρίως με τον Γιάννη Δαλιανίδη. Στο θέατρο είναι εξαιρετικά δραστήρια, με μια σειρά πετυχημένων παραστάσεων. Η αδυναμία της είναι το σινεμά, όπως μας αποκαλύπτει.
Μιλήσαμε με τη Ζωή Ρηγοπούλου με αφορμή τον ρόλο της στην θεατρική επιτυχία “The Doctor” του Robert Icke, ο λόγος στην ίδια!
Θα ήθελα να ξεκινήσουμε πηγαίνοντας πίσω. Τελειώσατε τη σπουδαία σχολή του Πέλου Κατσέλη. Τι θυμάστε από εκείνη την εποχή των θεατρικών σπουδών; Με ποιους ήσασταν στην ίδια «τάξη»; Πώς ήταν το κλίμα για έναν νέο ηθοποιό τότε;
Η σχολή Κατσέλη ήταν μια πραγματικά οικογενειακή σχολή που βρισκόταν στο ισόγειο του σπιτιού τους. Εκείνοι έμεναν στον απάνω όροφο της υπέροχης διπλοκατοικίας στη Νέα Σμύρνη και μας δίδασκαν και ο Πέλος και η Αλέκα Κατσέλη. Στόχος της σχολής ήταν να βγάλει επαγγελματίες. Δηλαδή, πέρα απ’το προσωπικό ταλέντο του καθενός, οι απόφοιτοι της έπρεπε να μιλάνε σωστά και καθαρά, να είναι συνεπείς στη δουλειά τους, σωστοί στη συνεργασία, καταρτισμένοι και αξιόπιστοι. Στο πρώτο έτος ο Πέλος έδινε μόνο ποιήματα στους σπουδαστές, επειδή ήθελε πρωτίστως να ζυμωθούν με την σωστή χρήση της γλώσσας και με το ενεργητικό στήσιμο τους πάνω στο σανίδι. Εμείς που θέλαμε να παίξουμε με το καλημέρα Τσέχωφ και Ουίλιαμς αγανακτούσαμε, αλλά πόσο δίκιο είχε! Στην ίδια τάξη-παρ’όλο που υπήρχαν ηλικιακές διαφορές- τελείωσα με τον Νίκο Μαστοράκη τον κατοπινό σκηνοθέτη, τον Γιάννη Μποστατζόγλου, την Καίτη Μανωλιδάκη, την Εβίτα Παπασπύρου, τον Κώστα Νταλιάνη, τον Δημήτρη Παλαιοχωρίτη, τον Φώτη Αρμένη, την Σοφία-Μαρία Πυρουνάκη, την Χρυσούλα Μαργαρίτη. Το κλίμα για τον νέο ηθοποιό που έβγαινε στη δουλειά ήταν όπως και τώρα, αβέβαιο και αγχώδες. Μπορεί τότε οι ηθοποιοί να ήταν λιγότεροι σε αριθμό, λόγω ύπαρξης ακόμα της άδειας εξασκήσεως επαγγέλματος, αλλά απ’την άλλη, δεν υπήρχαν τα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια που έδωσαν δουλειά σε πολλούς ηθοποιούς αργότερα.
Τα σημερινά παιδιά που βγαίνουν από θεατρικές σχολές πώς τα βλέπετε; Παρατηρείτε αλλαγές, διαφοροποιήσεις στον τρόπο που αντιλαμβάνονται την υποκριτική, αλλά και το επάγγελμα συνολικά;
Τα σημερινά παιδιά βγαίνουνε με πολύ περισσότερα εφόδια. Γενικά η παιδεία προσφέρει πολύ περισσότερα πια για όποιον θέλει πράγματι να μάθει παραπάνω. Έχοντας «διδάξει» για πολλά χρόνια σε δραματικές σχολές, είδα παιδιά με ουσιαστικό ενδιαφέρον γι’αυτήν τη δουλειά, αλλά και παιδιά που νόμισαν ότι το επάγγελμα είναι καφενείο, οπότε ένιωσαν σαν να τράκαραν με τοίχο όταν αντιμετώπισαν τις δυσκολίες του. Θυμάμαι κάποτε μια μαθήτρια μου είπε: “Εγώ ήρθα εδώ για να μου βρείτε δουλειά”. “Δουλειά ως τι, αγάπη μου; Αφού δεν έχεις ιδέα περί τίνος”, “Α, τι, δεν είναι έμφυτο το ταλέντο;”
Από πού ν’αρχίσεις να εξηγείς!
Είχα ακούσει μια ατάκα που μου έμεινε, πως ο καλλιτέχνης οφείλει να αποδεχθεί πως θα είναι τυχοδιώκτης για κάποια χρόνια, με την έννοια της μηδενικής σχεδόν επαγγελματικής ασφάλειας. Παίρνεις ένα μεγάλο ρίσκο αν θέλεις να ακολουθήσεις αυτόν τον δρόμο. Πώς το ακούτε αυτό; Έχει βάση στην πραγματικότητα;
Βεβαίως. Και όχι μόνον για κάποια χρόνια, για πάντα. Οπωσδήποτε πρέπει να έχεις στοιχεία τυχοδιωκτικά στον χαρακτήρα σου. Να ψάχνεις συνέχεια για δουλειά κάθε χειμώνα/καλοκαίρι δεν ταιριάζει σε έναν άνθρωπο που θέλει να έχει την ασφάλεια και τη σιγουριά μιας ελάχιστης μονιμότητας. Γι’αυτό, αν δεν είσαι παθιασμένος με αυτό το επάγγελμα, δύσκολα θα το συνεχίσεις.
Εκτός των θεατρικών σπουδών, πήρατε την απόφαση να τελειώσετε και τις Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο. Πώς προέκυψε αυτή η επιλογή; Σας έχει φανεί χρήσιμο το πολυπόθητο «χαρτί»-όπως μας έλεγαν οι γονείς μας;
Ουδέποτε με ενδιέφερε το «χαρτί». Ούτε και τους γονείς μου. Ήθελα απλώς να αποδείξω στον εαυτό μου ότι μπορώ και να μπω στο πανεπιστήμιο και να πάρω το πτυχίο. Επίσης, με ενδιαφέρει πάντα να μαθαίνω καινούρια πράγματα, κι ας μοιάζουν επιφανειακά άσχετα μεταξύ τους. Στο Πάντειο είχα ξετρελαθεί με την Εγκληματολογία, μάθημα το οποίο είχα πάρει κατ’επιλογή.
Θα ήθελα να μιλήσουμε για το «Doctor» που αγαπήθηκε πολύ και συνεχίζει για δεύτερη χρονιά. Μιλήστε μας για την εμπειρία σας στο συγκεκριμένο έργο.
Ένα έργο απολύτως σύγχρονο, που θίγει ό,τι καίει την κοινωνία σήμερα παγκοσμίως. Το αρχικό δέλεαρ για μένα ήταν να δουλέψω με την Κατερίνα Ευαγγελάτου. Στην πορεία, στη διάρκεια των προβών αλλά και της παράστασης, είδα πόσο καίριος ήταν ο Robert Icke και πόσα θέματα απ’αυτά που παραθέτει «έφτασαν» και στην Ελλάδα όσο παιζόταν η παράσταση μας.

Η παράσταση περνάει από κόσκινο την «πολιτική ορθότητα» με έναν μαεστρικό τρόπο. Εσείς πώς στέκεστε απέναντι σε αυτό στην καθημερινότητα; Πώς το κρίνετε; Σας έχει επηρεάσει;
Όλους μας έχει επηρεάσει. Η αισιόδοξη πλευρά μου θέλει να πιστεύει ότι για να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα, πρέπει πάντα να περνάμε από ένα μεταβατικό στάδιο που συνήθως φτάνει στο άλλο άκρο. Ας είναι λοιπόν η συγκεκριμένη φάση το άκρο απ’το οποίο πρέπει να περάσουμε για να πετύχουμε το ισορροπημένο μέσο. Θυμάμαι έναν καθηγητή ο οποίος ειδικευόταν στα Gender studies και είχε έρθει να μας μιλήσει ανάμεσα σε πολλούς άλλους ειδικούς στους τομείς τους κατά τις πρόβες. Μας καλημέρισε λέγοντας “Καλημέρα σε όλες”. Το επανέλαβε δε αρκετά στην διάρκεια της ομιλίας του. Οπότε κάποια στιγμή, τον ρώτησα αν αυτή η απεύθυνση είναι μεταβατική, διότι αλλιώς καταλήγει να γίνεται πάλι σεξιστική. Μου απάντησε ότι ευελπιστεί να είναι προσωρινή.
Υπάρχει κάποιος ρόλος που θα θέλατε πολύ να παίξετε και δεν έχει προκύψει ακόμα; Ποιος είναι αυτός;
Δεν είναι ρόλος, είναι μέσο. Στον κινηματογράφο θέλω να παίξω. Γιατί και ως θεατής, στο σινεμά έχω αδυναμία.
Θέλω να μοιραστείτε μαζί μας την «αγία τριάδα» των θεατρικών έργων για εσάς.
Αγία τριάδα θεατρικών συγγραφέων, θα έλεγα. Σαίξπηρ, Τσέχωφ, Ουίλιαμς. Κι ένα έργο: Η αγριόπαπια του Ίψεν.
Συχνά-πυκνά ακούμε την ατάκα «Μα καλά, αυτός θα παίξει στην Επίδαυρο;» ή αντιστοίχως στο Ηρώδειο, συνήθως όταν πρόκειται για πρόσωπα που δεν είναι ηθοποιοί με το γράμμα του νόμου. Ποια είναι η άποψή σας για αυτό, μιας και πλησιάζουμε στην θερινή θεατρική σεζόν των ανοιχτών ιστορικών θεάτρων;
Όλα κρίνονται και πρέπει να κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Θα έπρεπε να χειροκροτείται η αξιοσύνη. Πράγματι, ένας εντελώς απαίδευτος ηθοποιός δύσκολα θα σταθεί σ’αυτά τα αδηφάγα θέατρα. Αν σταθεί όμως, ας του το αναγνωρίσουμε.
Ζούμε πράγματι, σε «ενδιαφέροντες καιρούς» όπως το εννοεί η γνωστή κινέζικη παροιμία. Οι πόλεμοι δίνουν και παίρνουν, επικίνδυνοι πολιτικοί αναλαμβάνουν τα ηνία υπερδυνάμεων, περάσαμε μια πανδημία, και στα αμιγώς καθ΄ημάς τα Τέμπη αποκάλυψαν το χειρότερό μας πρόσωπο. Αντικατοπτρίζεται αυτός ο αναβρασμός στις Τέχνες και συγκεκριμένα στα θεατρικά έργα;
Όντως ζούμε σε επικίνδυνους και μεταβατικούς καιρούς. Μια ματιά στις Ηνωμένες πολιτείες αρκεί. Όσον αφορά τα Τέμπη ή το Μάτι ή οποιαδήποτε άλλη εκατόμβη νεκρών στη χώρα μας, εδώ φαίνεται περίτρανα η προβληματική διοίκηση του κράτους μας με όποιον κι αν κυβερνά. Όσο για την θεατρική τέχνη, αυτόν τον ρόλο παίζει, αντικατοπτρίζει την εποχή της. Κι αν αυτή τη στιγμή, γίνεται ίσως μ’έναν τρόπο λιγότερο θεατρικά δομημένο και περισσότερο εξαγγελτικό, σίγουρα στο κοντινό μέλλον όταν κατακαθίσουν τα πράγματα, θα πάρει απολύτως θεατρική μορφή.

Μεγαλώσατε σε ένα σπίτι με γονείς δύο σπουδαίους ηθοποιούς. Υπάρχει κάποια χαρακτηριστική υποκριτική τους «μανιέρα» την όποια θαυμάσατε ή/και δοκιμάσατε αργότερα ως ηθοποιός και εσείς;
Δεν έχω θαυμάσει ποτέ μανιέρα σε ηθοποιό, και ελπίζω να μην χρησιμοποιώ ούτε εγώ. Στη δουλειά, με οδηγεί μόνο η αλήθεια μου. Αν έμαθα κάτι απ’τους γονείς μου, είναι ότι το glamour που βλέπουν οι απ’έξω σ’αυτήν τη δουλειά, είναι απλώς πρόσκαιρη βιτρίνα με μια εξαιρετικά σύντομη λάμψη. Όλα τα άλλα είναι μόνο πολύ δουλειά και μπόλικο μεράκι.
Ζωή Ρηγοπούλου, ευχαριστούμε πολύ!
Κλείστε τις θέσεις σας για την παράσταση “The Doctor” του Robert Icke σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, εδώ
Το όνομά μου είναι αυτό που διαβάζετε. Αποφοίτησα από τους Χημικούς Μηχανικούς. Ζω στην Αθήνα και το βιογραφικό μου είναι τόσο μικρό που δεν αξίζει να το παραθέσω. Σκοπός εδώ είναι να πούμε όσα δεν έχουν θέση και (φυσικά) δε χωρούν σε ένα απλό “lunch break”. Kάτω, στα τρία εικονίδια θα βρείτε τα social μου. Ελάτε να βλέπουμε ο ένας τα κουταλοπίρουνα του άλλου ή και όχι.