Χθες είδα πάλι στον ύπνο μου τον πατέρα.
Καθόμασταν οι δυο μας σ’ ένα τραπέζι με καρό τραπεζομάντιλο.
Κάποιος μας έφερε δυο ποτηράκια και κρασί.
– Είσαι καλά; Του λέω.
– Καλά, καλά, και μου ‘πιασε το χέρι.
– Άντε, στην υγειά σου, είπε.
Σήκωσε το ποτήρι, τσούγκρισε και το άφησε πάνω στο τραπέζι.
– Δεν πίνεις; Ρώτησα.
– Εσύ να πιεις, απάντησε. Εγώ δε θέλω να ξεχάσω…
Παράξενη Πρωτομαγιά|Γιάννης Ρίτσος
Παράξενη πρωτομαγιάμ’ αγκάθια πλέκουν σήμερα στεφάνιαηρθ’ ο καιρός του «έχε γεια»τι να την κάνεις πια την περηφάνια. Στα δυο σου μάτια τα χρυσαφιάσκοτάδι πέφτει και συννεφιάποιες μπόρες φέρνεις και ποιες βροχέςσε κουρασμένες νεκρές ψυχές Παράξενη πρωτομαγιάο ήλιος...