Στα 70 της, η ηθοποιός και τραγουδίστρια του’60 Jane Birkin ανακοινώνει εύθυμα στο BBC ότι δεν κουβαλά πλέον την ομώνυμή της τσάντα, καθώς εάν κανείς έχει την δική της τάση να γεμίζει την τσάντα του με “σκουπίδια… και τα μισά έπιπλα του σπιτιού σου, τότε πρόκειται για μια πολύ, πολύ βαριά τσάντα.”. Συνεχίζοντας: “Τώρα πια γεμίζω τις τσέπες μου σαν άντρας, γιατί έτσι στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται να κουβαλάς τίποτα.“.
Οι δηλώσεις αυτές, ευφραίνουν την καρδούλα των πολλών μελών της Gen Z που αγαπούν την ποπ κουλτούρα, γιατί τους βγάζουν ασπροπρόσωπους, επιβεβαιώνουν ότι η Jane που έχουν οικειοποιηθεί, είχε μείνει αναπαλλοτρίωτη μέχρι το τέλος της. Τα λόγια της ταιριάζουν γάντι στην αισθητική της οποίας την έχουμε κάνει σύμβολο: η Jane είναι ένα κουλ κορίτσι, και το ‘κουλ’ της έγκειται στην αυθεντικότητά της. Το εκπέμπει στον τρόπο που εκφράζεται. Νεαρή, στα γαλλικά, αναφωνεί: “Μα ποιος θέλει μια εύκολη ζωή; Είναι βαρετό!“. Μιλώντας για τον έρωτά της, Serge Gainsbourg: “Με βολεύει μια χαρά που όλοι τον βρίσκουν φριχτό. Όταν ήμουν μικρή, είχα έναν παπαγάλο που τους δάγκωνε όλους πέρα από μένα. Με αγαπούσε, γιατί τολμούσα να τον γαργαλήσω κάτω από τα φτερά του. Όλοι λέγαν, πώς μπορείς να αγαπάς αυτόν τον απαίσιο παπαγάλο; Εγώ σκεφτόμουν πως είναι αξιολάτρευτος, αλλά δεν θέλω να το ξέρουν άλλοι.“.
Και πέρα από τα λόγια, υπάρχουν οι εικόνες. Στις περισσότερες φωτογραφίες της, φαίνεται η συλλογή της Jane από φτηνά, απλά μπρελόκ και μπιχλιμπίδια που κοσμούν τις (πανάκριβες) τσάντες Birkin της. Οι φωτογραφίες αυτές κάνουν μέχρι και τώρα τον γύρο του διαδικτύου, κι είναι ίσως το μεγαλύτερο γόητρό της στα μάτια της Gen Z. Εάν αναζητήσεις στο Tik Tok τον όρο ‘Jane-Birkinifying‘, θα σου παρουσιαστούν εκατοντάδες βίντεο χρηστών που επιχειρούν να μιμηθούν το στυλ της, δείχνοντας τα στολίδια που αγόρασαν μαζικά για να διακοσμήσουν τις δικές τους τσάντες. Είναι ακριβώς η διαχρονική τάση αυτή της μίμησης του πρωτότυπου και του αυθεντικά γαμάτου, που εγγυάται την διαιώνιση της αίσθησης του ανικανοποίητου για όσους πέφτουν θύμα της.


Η Jane συνέλεγε τα μπιχλιμπίδια της, και η συλλογή αυτή της Jane σήμαινε κάτι για τον κόσμο. Εκείνη η ίδια, η μούσα που ενέπνευσε το σχέδιο της τσάντας, αγνόησε το στάτους που συνοδεύει το συγκεκριμένο αξεσουάρ υπερφορτώνοντας τις Birkin της με αντικείμενα χωρίς απόλυτη αισθητική συνοχή, δηλώνοντας: το σημαντικό, δεν είναι το να είσαι ματσωμένος, αλλά το να είσαι, για ακόμη μια φορά, κουλ. Η συλλογή της Jane, όμως, σήμαινε και κάτι για την ίδια την Jane. Τα φουλάρια, τα αυτοκόλλητα, οι αλυσίδες, διηγούνταν ιστορίες από την δικιά της ζωή και τοποθετούνταν σταδιακά, ήταν οι πατημασιές που μία προς μία την οδήγησαν στην προαναφερθείσα αισθητική που της αποδίδουμε.
Δεν υπάρχουν Jane Birkin του 2025, διότι η τεχνολογία και οι ταχύτητες στις οποίες μας έχει εθίσει, κατέληξε να στερήσει από τις νεότερες γενιές την υπομονή που απαιτεί η τέχνη του συλλέκτη. Ζούμε με νεύρο, αγοράζουμε δεκαπέντε μπιχλιμπίδια ταυτόχρονα και τα στήνουμε φουριόζικα στην τσάντα μας, θέλουμε να είμαστε κουλ τώρα, σήμερα. Το να συλλέγεις περιλαμβάνει το στοιχείο της άγνοιας, του να μην ξέρεις ποια μέρα θα πέσεις πάνω στο αντικείμενο που θα γίνει το νέο απόκτημά σου και θα προστεθεί στην συλλογή σου. Κάποτε ο Ουμπέρτο Έκο, μιλώντας για ένα φριχτό ατύχημα του οποίου έγινε μάρτυραςκατά την διάρκεια των παιδικών του χρόνων, ανέσυρε μια ανάμνηση που δεν θα μπορούσε να ανήκει σε κανένα παιδί που μεγαλώνει σήμερα: μπροστά στο πρωτοφανές για εκείνον θέαμα μιας νεκρής γυναίκας, το αίμα και η εγκεφαλική ουσία που πότισαν τον δρόμο του θύμισαν γλυκό με φράουλες και κρέμα. Ένας τέτοιος συνειρμός δεν θα πέρναγε από το μυαλό ενός παιδιού που μεγάλωσε με το διαδίκτυο, με την ασύστολη πρόσβαση σε κάθε πληροφορία και εικόνα. H Gen Z δεν θέλει εκπλήξεις. Ξέρει ακριβώς πώς μοιάζει ένα ανοιγμένο κεφάλι στον δρόμο, και το γεγονός ότι το ξέρει την κοιμίζει τα βράδια. Η Gen Z θα έπρεπε να παλέψει με τα πιο θεμελιώδη της ένστικτα, προκειμένου να ξεκινήσει μια συλλογή, αγνοώντας πότε και αν θα την τελειώσει.
Εκτός της τεχνολογίας, ο υπερκαταναλωτισμός και η σαρωτική φύση που με τον καιρό έχουν αποκτήσει η μόδα και οι τάσεις, συνθέτουν το νέο πρόσωπο της λέξης ‘συλλογή’ . Τα τελευταία χρόνια, οι πωλήσεις των παιχνιδιών με την επωνυμία ‘Sonny Angels‘, έχουν εκτοξευθεί. Για τους αμύητους: το παιχνίδι πρόκειται για μια μινιατούρα κούκλα-μωρό, η οποία πωλείται μέσα σε ένα σακουλάκι που δεν σου επιτρέπει να δεις το εσωτερικό. Η κάθε κούκλα φορά ένα καπέλο που την ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες, δεν μπορείς όμως να το δεις μέχρι να αγοράσεις και να ανοίξεις το σακουλάκι. Σκοπός των περισσότερων αγοραστών είναι το να συλλέξουν όσο μεγαλύτερο αριθμό από μωρά με διαφορετικά καπέλα μπορούν, κοινοποιώντας, πολύ συχνά, την δραστηριότητά τους αυτή στα social media. Συγκεκριμένα στο Tik Tok (την μανούλα του υπερκαταναλωτισμού), το hashtag ‘sonny angel unboxing’ έχει χρησιμοποιηθεί σε 53.700 βίντεο.


Το εντυπωσιακό είναι πως η συντριπτική πλειοψηφία των συλλεκτών, δεν είναι μικρά παιδιά αλλά έφηβοι και ενήλικοι. Για πενήντα από αυτούς, δίνω γενναιόδωρα την πιθανότητα να είδαν κάτι στο παιχνίδι αυτό που τους συγκίνησε, κάποιο ψήγμα της προσωπικότητάς τους να ταυτίστηκε με το γυμνό μωρό με το καπέλο, έχοντας ως αποτέλεσμα το να ξεκινήσουν να τα συλλέγουν. Ωστόσο, δυσκολεύομαι να πιστέψω πως το ίδιο ακριβώς παιχνίδι άγγιξε πηγαία χιλιάδες ανθρώπους άνω των 16. Οι συλλογές έχουν χάσει το προσωπικό στοιχείο, αντίθετα, πλέον αποτελούν αυστηρά μέσο επίδειξης. Οι συλλέκτες της Gen Z δεν αισθάνονται ένα τσίμπημα στην καρδιά όταν κάποιος τους αποκαλύπτει πως συλλέγει ίδια αντικείμενα με εκείνους, δεν νιώθουν πως ο διπλανός τους οικειοποιείται ένα κομμάτι του ποιοι είναι και γιατί. Αντίθετα, επιβεβαιώνουν πως κάτι κάνουν σωστά.
Ίσως ο μόνος τρόπος να πας κόντρα στην διαστροφή αυτή (αλλά και ο μόνος λόγος να θέλεις να το κάνεις, ο μόνος λόγος που σε κάνει να συμφωνείς πως πράγματι, είναι διαστροφή), είναι η αγάπη για τον ρομαντισμό. Προσοχή! Για τον ρομαντισμό και όχι για την άλλη αγαπημένη λέξη της Gen Z, την ρομαντικοποίηση.
Ο αθεράπευτα ρομαντικός φίλος μου ο Κώτσος – ο οποίος έχει το δικό του ‘κουλ’, όχι τόσο δοξασμένο, αλλά εξίσου σπινθηροβόλο με αυτό της Jane Birkin- συλλέγει μαγνητάκια από διάφορες πόλεις και τα κολλάει στο ψυγείο του. Όταν τον ρωτάω γι’αυτό, μου δίνει άθελά του μια απάντηση βάλσαμο, μια απάντηση που αν την έδινε η Jane, ίσως να είχε προλάβει το κακό. “Μου θυμίζει όλα τα μέρη που έχω επισκεφτεί. Αλλά ταυτόχρονα μου θυμίζει την αισθητική του ατόμου που ήμουν όταν τα επισκέφτηκα, την αισθητική που με οδήγησε στο να τα επιλέξω.“. Έτσι είναι. Αν το άτομο που ήταν ο φίλος μου όταν πήγε στην Σέριφο πήγαινε την ίδια μέρα στην Φλωρεντία, πιθανότατα δεν θα διάλεγε το ίδιο μαγνητάκι με το άτομο που ήταν ο φίλος μου όταν πήγε στην Φλωρεντία.
Γιατί ο Κώτσος, το κάνει σωστά. Είναι συλλέκτης με τον τρόπο των ρομαντικών, με τον τρόπο που θα ήταν πολύ όμορφο να είμαστε όλοι. Να πηγαίνουμε να βγάλουμε το γάλα για τα δημητριακά μας το πρωί, και αντικρίζοντας το ψυγείο, να βλέπουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη.





