Ο Βασίλης Λογοθέτης, έχει σπουδάσει νομικά και εργάζεται στη ναυτιλία όπου διευθύνει γνωστή ναυτιλιακή εταιρεία. Είναι αντιπρόεδρος του Ναυτικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος και μέλος του Δ.Σ. του Ναυτικού Μουσείου Αιγαίου. Ασχολείται με τη λογοτεχνία για πολλά χρόνια. Το 2020 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη το ιστορικό του μυθιστόρημα «Θυμάρι Μεσοπέλαγα», του οποίου η πλοκή εκτυλίσσεται στα μέσα του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα στο Αιγαίο και την Σμύρνη. Στη συνέντευξη που ακολουθεί, μας παρουσιάζει το νέο του βιβλίου «Ισορροπώντας στον άνεμο», το οποίο κυκλοφόρησε επίσης από τις εκδόσεις Καστανιώτης φέτος τον Ιούνιο. Είναι ιστορικό μυθιστόρημα του οποίου η πλοκή διαδραματίζεται στην Ερμούπολη, την Αλεξάνδρεια και την Κωνσταντινούπολη το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή του Παύλου και της Ευγενίας που γεννήθηκαν σε ένα νησί των Κυκλάδων στα μέσα του 19ου αιώνα, σύντομα όμως εγκαταστάθηκαν στην Ερμούπολη. Φίλοι από παιδιά, μεγαλώνοντας παρασύρονται στη δίνη του έρωτα. Απρόσμενα ο Παύλος συγκρούεται με τον πατέρα της Ευγενίας και αναγκάζεται να την εγκαταλείψει φεύγοντας στην Αίγυπτο. Παράλληλα με την ερωτική ιστορία των δύο νέων αναδεικνύεται με γλαφυρό τρόπο η κοσμοπολίτικη ζωή των Ελλήνων στα τρία αυτά σημαντικά λιμάνια της Μεσογείου, η ζωή των χωρικών στις φυτείες του βαμβακιού καθώς και τα σημαντικά γεγονότα της Αιγυπτιακής ιστορίας που συνέβησαν το 1882.
“Τα ιστορικά μυθιστορήματα γοητεύουν γιατί το φανταστικό εμπλέκεται με γεγονότα που αποτελούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο γεωγραφικά και χρονικά εξελίσσεται η μυθοπλασία”
Τι σας οδήγησε στην επιλογή του τίτλου «Ισορροπώντας στον άνεμο»;
Τον 19ο αιώνα είχαν ήδη ξεκινήσει οι σαρωτικές αλλαγές στην υφήλιο που συνεχίστηκαν τον 20ο και μέχρι τις ημέρες μας. Ο κόσμος όπως ήταν γνωστός μέχρι τότε άρχισε να αλλάζει με αυξανόμενη ταχύτητα. Οι αλλαγές που δεν ήταν μόνο μόνο γεωγραφικές και πολιτικές ,άγγιξαν όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας και ζωής. Οι γενιές που έζησαν το ξεκίνημα αυτών των αλλαγών προσπάθησαν να προσαρμοστούν και να ισορροπήσουν κόντρα στον άνεμο που φύσηξε και παρέσυρε στο διάβα του το παρελθόν και τις πρακτικές πολλών αιώνων.
– Το θαλασσινό στοιχείο είναι φανερό τόσο στο πρώτο σας βιβλίο «Θυμάρι Μεσοπέλαγα» όσο και στο «Ισορροπώντας τον άνεμο». Εκτός του επαγγέλματός σας, ποια είναι η σχέση σας με την θάλασσα και με ποιον τρόπο αυτή σας εμπνέει;
Κατάγομαι από την Μύκονο , αν και έχω γεννηθεί και ζω στην Αθήνα. Η ναυτιλία στο γεωγραφικό χώρο που ορίζεται από την σύγχρονη Ελλάδα ξεκίνησε πριν από 100 αιώνες. Οι κάτοικοι της χώρας μας στη διάρκεια των αιώνων επέδειξαν εμμονή με τη θάλασσα και τα πλοία,πολεμικά και εμπορικά. Αυτό εν μέρει δικαιολογείται αφού σε πολύ μεγάλο ποσοστό ο πληθυσμός κατοικούσε και συνεχίζει να κατοικεί στα παράλια και τα νησιά. Τόσο η ηπειρωτική χώρα όσο και τα νησιά είναι ορεινά με περιορισμένη γεωργική παραγωγή. Πολλοί από τους κατοίκους ήταν αναγκασμένοι από την αρχαιότητα αλλά και στα νεότερα χρόνια να αναζητήσουν την τύχη τους είτε στη θάλασσα ή σταδιοδρομώντας σε άλλους τόπους. Και στα δυό μου μυθιστορήματα οι ήρωες ξενιτεύονται και ασχολούνται με το εμπόριο και την ναυτιλία. Η θάλασσα με εμπνέει γιατί πάντα ήταν ο προσιτός δρόμος για τη διασπορά των πολιτισμών και βέβαια με τα πλοία ο οικονομικότερος τρόπος μεταφοράς στο εμπόριο.
– Παρατηρείται πως στα βιβλία σας αναφέρεστε σε ένα Νησί το οποίο δεν έχει συγκεκριμένο όνομα. Πώς σκέπτεστε αυτήν την λεπτομέρεια;
Πράγματι δεν ονοματίζω το νησί αφού οι ήρωες μου θα μπορούσαν να είναι κάτοικοι οιουδήποτε μικρού νησιού του Αιγαίου. Η ζωή σε αυτά τα άνυδρα νησιά κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν δύσκολη, επομένως για τους κατοίκους ο ξενιτεμός και το ναυτικό επάγγελμα ήταν μονόδρομος.
-Το βιβλίο σας διανθίζεται από μία σειρά αντιθέσεων. Αντιθέσεις μεταξύ του παραδοσιακού τρόπου ζωής του Νησιού, της Ερμούπολης, της κοσμοπολίτικης Αλεξάνδρειας και Κωνσταντινούπολης. Τι χρειάστηκε να διαβάσετε για να κάνετε την συνθετική αυτή παρουσίαση και πόσο καιρό χρειαστήκατε για να συγκεντρώσετε το απαραίτητο υλικό;
Και για τις τρείς πόλεις υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία. Αφιέρωσα σημαντικό χρόνο για να εντοπίσω, επιλέξω, μελετήσω και διασταυρώσω τις πηγές ώστε να αποδώσω τις συνθήκες ζωής την εποχή εκείνη.
– Στο «Θυμάρι Μεσοπέλαγα», με το όνειρο της Μάγδας Βλαντά και την κατάληξη της ιστορίας διακρίνουμε έντονο το φαντασιακό – ουτοπικό στοιχείο. Τι σας οδήγησε στην μετάβαση από την εν μέρει φαντασιακή προσέγγιση στην ρεαλιστική παρουσίαση των γεγονότων στο παρών βιβλίο;
Στο «Θυμάρι Μεσοπέλαγα» υπάρχουν ταυτόχρονα δύο αφηγήσεις εκείνη της ζωής του Μανώλη που γεννήθηκε στα μέσα του 18ου αιώνα και της Μάγδας που ζει στη σημερινή εποχή. Με γοήτευσε η ιδέα να “φέρω σε επαφή” την νεαρή αυτή κοπέλα με τον μακρινό της πρόγονο που έζησε πριν από 250 χρόνια. Η Μάγδα ανακαλύπτοντας την χαμένη αυτοβιογραφία του Μανώλη άνοιξε ένα παράθυρο στο χρόνο με πληροφορίες για τη ζωή του προγόνου της αλλά και για τη καθημερινότητα των νησιωτών του Αιγαίου και των Τούρκων της Σμύρνης.
Το επόμενο μου βιβλίο εστιάζει στον μεγάλο έρωτα της Ευγενίας και του Παύλου που ξεκίνησε στην Ερμούπολη και συνέχισε στην Αλεξάνδρεια και την Πόλη. Τα ιστορικά μυθιστορήματα γοητεύουν γιατί το φανταστικό εμπλέκεται με γεγονότα που αποτελούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο γεωγραφικά και χρονικά εξελίσσεται η μυθοπλασία. Ελπίζω ότι ο αναγνώστης θα απολαύσει την αφήγηση και συγχρόνως θα μάθει πολλα για τον απόδημο Ελληνισμό του τότε.
– Στο βιβλίο σας παρατηρείται έντονη η επίδραση του οικογενειακού θεσμού, αλλά και η ανάλυση του οικογενειακού παρελθόντος. Πιστεύετε ότι και στην σύγχρονη ζωή η οικογένεια και οι ρίζες της διαδραματίζουν τόσο σημαντικό ρόλο όσο παλαιότερα;
Πιστεύω ότι η οικογένεια στην χώρα μας ήταν κατά το παρελθόν και συνεχίζει στις μέρες μας να είναι σημαντική. Οι οικογενειακές συνθήκες από την εποχή που περιγράφω μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει σημαντικά,όμως οι ανάγκες λίγο ως πολύ παραμένουν οι ίδιες. Στις μέρες μας κατά βάση εργάζονται και οι δύο γονείς, έτσι είναι πολύ συνηθισμένο τα γηραιότερα μέλη της οικογένειας να βοηθάνε με την παρουσία τους τα νέα ζευγάρια στο μεγάλωμα των παιδιών τους . Συνηθισμένο είναι επίσης οι γονείς να βοηθάνε οικονομικά τα παιδιά τους με τις σπουδές τους ,ιδίως τις μεταπτυχιακές και αργότερα με το στήσιμο του σπιτικού τους.
– Στο «Ισορροπώντας στον άνεμο» αναφέρονται πραγματικά ιστορικά πρόσωπα, όπως ο Χεδίβης Ισμαήλ Πασάς ή ο Ουράμπι, τα οποία αν και δεν έρχονται σε άμεση επαφή με τους ήρωες επηρεάζουν αισθητά την πορεία της ζωής τους. Διαφαίνεται λοιπόν το μέγεθος της επίδρασης της ιστορίας στις ανθρώπινες ζωές. Πιστεύετε πως κάτι τέτοιο συμβαίνει και σήμερα σε τόσο μεγάλο βαθμό;
Οι ηγέτες και τα πολιτικά γεγονότα πάντα επηρέαζαν και συνεχίζουν να επηρεάζουν και σήμερα τις ανθρώπινες ζωές με θετικό η αρνητικό τρόπο. Στο παρελθόν, με εξαίρεση τον 20 αιώνα, ο αντίκτυπος των ενεργειών των κυβερνώντων μπορούσε να επηρεάσει τις ζωές πολλών ανθρώπων αλλά περιοριζόταν, κατά βάση, σε μικρές η μεγάλες περιοχές στην ίδια ήπειρο. Με την παγκοσμιοποίηση όμως τα στεγανά, τα οποία εμπόδιζαν την εξάπλωση των προβλημάτων κατέρρευσαν. Έτσι αν και έχουν γίνει τεράστια βήματα προόδου στη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων, η επίδραση των πολίτικων,οικονομικών, οικολογικών και πρόσφατα της πανδημίας αποδεικνύει πόσο ευάλωτη μπορεί να αποδειχθεί η ζωή του καθημερινού ανθρώπου.
– Ποια ήταν η πρώτη επαφή σας με την λογοτεχνία;
Όπως όλοι που απολαμβάνουμε την λογοτεχνία,ξεκινώντας από τα παιδικά και εφηβικά βιβλία και συνεχίζοντας στα σοβαρότερα.
-Υπάρχουν συγγραφείς που σας ενέπνευσαν όσον αφορά την σύλληψη της ιδέας του «Ισορροπώντας στον άνεμο»; Και αν ναι ποιοι;
Δεν νομίζω ότι συγκεκριμένοι συγγραφείς με ενέπνευσαν στο γράψιμο του βιβλίου. Έζησα μερικά από τα πρώτα χρόνια της ζωής μου στην Αίγυπτο, μάλιστα πήγα στην πρώτη δημοτικού εσωτερικός σε ένα ελληνικό σχολείο στη Μανσούρα. Ο πατέρας μου εργαζόταν στο εμπόριο του βαμβακιού. Αν και ήμουν πολύ μικρός θυμάμαι το εργοστάσιο και το θόρυβο που έκαναν οι μηχανές που εκκόκιζαν το βαμβάκι. Με εντυπωσιάζουν οι φελούκες, τα χαρακτηριστικά σκάφη με το μεγάλο τριγωνικό πανί που αργοκυλάνε στα ήρεμα νερά του Νείλου, φορτωμένες μέχρι τη κουπαστή με εμπορεύματα, ενώ ο ουρανός και το ποτάμι να φλέγονται από το χρυσαφί- κόκκινο φως του ήλιου στο βασίλεμα. Από τότε έχω επισκεφθεί πολλές φορές την Αλεξάνδρεια το Κάϊρο, την Κωνσταντινούπολη και την Ερμούπολη .Είναι πόλεις που με συγκινούν και με ενέπνευσαν να τοποθετήσω γεωγραφικά το μυθιστόρημα σε αυτούς τους τόπους.