Η Γεωργία Δρακάκη δε χρειάζεται πολλές συστάσεις διότι είναι σίφουνας. Αρκεί να την διαβάσεις και να την ακούσεις να τραγουδάει, κι έπειτα καταλαβαίνεις περί τίνος πρόκειται. Της το έχω πει, ότι είναι μια ολόφρεσκη-παλιά ψυχή. Γράφει μανιωδώς, ζει απ΄τα γραπτά της, ζει το όνειρο θα σου πει, βολτάρει, λατρεύει την Αθήνα, συχνάζει σε κλασσικά καλτ στέκια, μπαίνει και χαιρετάει όλο το μαγαζί, κινείται αρχοντικά, γελάει υπέροχα, έχει πολλούς και καλούς φίλους, ζει τους έρωτές της «μεσογειακά». Το κυριότερο; Κατέχει την υψηλή τέχνη της απόλαυσης. Η απόλαυσή της μπορεί να είναι μια τυχαία λιχουδιά που θα δοκιμάσει, μια μικρή κουβέντα που θα της πεις και θα την συγκινήσει, τα μάτια του αγαπημένου της όταν πέφτει πάνω τους ο χειμωνιάτικος ήλιος.
Πήγα και τη βρήκα στο Μπαράκι της Διδότου, ένα βράδυ μετά από το λάιβ της, λίγες μέρες πριν την κυκλοφορία του νέου της βιβλίου “Ο Τάσος πέθανε” και ήταν ένα απ΄τα ωραιότερα βράδια της εκπνοής του 2023…
Γεωργία μου! Χαίρομαι τόσο πολύ γι΄αυτή τη συνέντευξη… Σε διαβάζω από τότε στο περιοδικό «Η Πόλη Ζει», ασταμάτητα. Όταν σε είχα «βρει», ένα πράγμα με είχε εντυπωσιάσει, πέραν της υπέροχης πένας. Ότι από αλλού ξεκίνησες (Νομική) και γύρισες μόνη σου το τιμόνι προς τα όνειρά σου. Πώς ήταν αυτή η απόφαση; Αντιμετώπισες απ΄τους κοντινούς σου αυτό το «Τι κάνεις ρε παιδάκι μου, κάτσε να γίνεις δικηγορίνα»;
Η χαρά είναι όλη δική μου-και το εννοώ. Σ’ ευχαριστώ που αναφέρεσαι στο «Η Πόλη Ζει», ένα από τα αγαπημένα μου δημοσιογραφικά σπίτια, που με έμαθε πολλά για την δουλειά του γραφιά και του δημοσιογράφου. Όσο για την ερώτησή σου, ναι, φυσικά. Αλλά δεν διήρκεσε πολύ αυτή η, εν πολλοίς δικαιολογημένη, αντίσταση των γονιών. Δικαιολογημένη με βάση την σκληρή πραγματικότητα στην χώρα μας-όχι ότι οπουδήποτε αλλού αυτή η δουλειά που αγαπώ, το γράψιμο κι η δημοσιογραφία, είναι πράγμα εγγυημένο και ασφαλές. Όχι τουλάχιστον με τον τρόπο που το είχα και το έχω στο μυαλό μου. Από μικρή, είχα μια σχεδόν θρασεία βεβαιότητα πως θα τα καταφέρω. Τα καταφέρνω σημαίνει ξυπνάω ευτυχής, τα καταφέρνω σημαίνει αμείβομαι γι’ αυτό που κάνω, τα καταφέρνω σημαίνει έχει νόημα η ζωή μου που δεν την διακρίνω από την δουλειά μου. Αυτό δεν θα το άντεχα με τίποτα. Να έκοβα από την ροή της ύπαρξής μου 8 ώρες για να αιμοδοτώ τις υπόλοιπες. Δεν έχω τίποτε αρνητικό να σκεφτώ ή να σχολιάσω για όσους το κάνουν, το μπορούν, αντιθέτως τους θαυμάζω. Απλώς δεν θα λειτουργούσε με τίποτα σε μένα και το λέω έχοντας εργαστεί για ένα χρόνο περίπου ως ασκούμενη δικηγόρος.
Είσαι μια γυναίκα παραπάνω από πολυπράγμων. Αν μπορώ να διακρίνω σωστά οι δυο μεγάλες σου επαγγελματικές αγάπες είναι το γράψιμο και το τραγούδι. Πώς νιώθεις στο ένα και πώς στο άλλο;
Ναι, είναι μεγάλες αγάπες και το επαγγελματικές ας το αφήσουμε απ’ έξω. Νιώθω ο εαυτός μου, αυτό νιώθω. Ο πιο εαυτός μου από όλους τους εαυτούς μας. Νιώθω όλη την χαρά και την πίκρα της ύπαρξης. Κατανοώ για ποιον λόγο γεννήθηκα και για ποιον λόγο αξίζει να συνεχίσω να ζω. Αλλά, επίσης, νιώθω καμιά φορά, ότι κι αν πεθάνω την αμέσως επόμενη στιγμή, πάλι ωραία θα είναι. Ωραία γιατί θα έχω ζήσει όσο πιο κοντά στο όνειρο.
Νιώθεις καμιά φορά ότι η μέρα σου μάλλον έχει 58 ώρες;
Μωρέ το αντίθετο από αυτό που μάλλον εννοείς: νιώθω ότι έχει 10-15 ώρες. Πώς περνάει έτσι η μέρα; Πώς αλλάζουν οι χρονιές κι οι εποχές; Καμιά φορά, δεν προλαβαίνω την ζωή μου. Είναι κάτι που, από την καραντίνα κι ύστερα, άρχισα να επεξεργάζομαι σοβαρά και, μάλιστα, να επιχειρώ να το βελτιώνω συνεχώς. Λιγότερα ναι, περισσότερα όχι και unapologetic τεμπελιά όποτε μπορώ. Μέχρι τα 27 ήμουν κυριολεκτικά σίφουνας, κάτι που μου στερούσε την βαθιά εμπέδωση της απόλαυσης, την γιορτή μιας όποιας επιτυχίας, το κατακάθισμα της σκόνης. Γιατί, Χριστίνα, η μέρα έχει 24 ώρες-μας αρέσει δεν μας αρέσει. Και θέλω να τις απολαμβάνω όλες, μία προς μία.
Πέρσι καταπιάστηκες και με το θέατρο. Ένα θεατρικό με τον καταπληκτικό τίτλο «Το καλύτερο πράγμα στη γη είναι να πέφτεις για ύπνο τα ξημερώματα». Θέλω να μάθω την αντίδρασή σου και τα μέσα σου, όταν σηκώθηκε πρώτη φορά η αυλαία. Να περιμένουμε και άλλα από την Γεωργία Δρακάκη στο θέατρο;
Άλλες δύο φορές έχω βιώσει την χαρά να βλέπω έργα μου να ανεβαίνουν στο θέατρο. Το πρώτο μου θεατρικό είναι η Τριανδρία, το δεύτερο η Άδεια Παρένθεση, αλλά αυτό στο οποίο αναφέρεσαι, με τον μακροσκελή τίτλο, το βίωσα η αλήθεια είναι σαν πραγματικό σπάσιμο μιας κάποιας παρθενίας. Ένιωσα λοιπόν να μου κόβεται πραγματικά η ανάσα για μια σειρά από λόγους: ήταν η πιο δύσκολη συναισθηματικά περίοδος της ζωής μου, χώριζα από έναν έρωτα-ξυραφιά, έπαιζαν πολύ αγαπημένοι μου άνθρωποι, ήταν ό, τι πιο προσωπικό είχα γράψει μέχρι τότε, για να μην πω μέχρι σήμερα. Το έργο ανέβηκε άνοιξη του 2023 και θα έχει συνέχεια. Ναι, θέλω να συνεχίσω να γράφω για το θέατρο, το πονάω, με αφορά πολύ, ο μόχθος των ηθοποιών, η συλλογική δουλειά που πρέπει να συμβεί για το τελικό αποτέλεσμα, ο ρόλος της μουσικής, του κειμένου, του φωτός. Όλα αυτά με συναρπάζουν με τρόπο που το σινεμά δεν έχει καταφέρει ακόμα μες στο κεφάλι μου και μες στην ψυχή μου.
Εκτός απ’ το να πέφτεις για ύπνο τα ξημερώματα, πες μας τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή, στην καθημερινότητά σου.
Χάδια με τα ζώα μου πρωί βράδυ, να πέφτει πάνω μου ο «άσπρος ήλιος χειμωνιάτικος» όπως τον περιγράφει ο ποιητής Γκόρπας, όταν είμαι στο λεωφορείο για την δουλειά, η δημοσίευση ενός κειμένου ή μιας συνέντευξης που πόνεσα πολύ, η πρώτη βουτιά στην θάλασσα αρχές καλοκαιριού, να βλέπω τον Φίλιππο στο stage να τραγουδάει και να κοπανιέται, να καταφθάνουν αχνιστά KFC στην πόρτα μου, να βολτάρω στην Αγίας Ζώνης με μια μόνιμη, άκρως ερωτική χαρμολύπη, να ακούω μια καλή πενιά κάπου τυχαία, από κάποιο σπίτι ας πούμε που κάνουν πρόβα, να βλέπω τους γονείς μου να γελάνε, να μυρίζω τον λαιμό της Εσμεράλδας (η πιο ωραία μυρωδιά της γης), να ξεφυλλίζω τα παλιά μου γραπτά, να καπνίζω μετά από ένα τέλειο δείπνο, να βλέπω τις φαλακρές, ξερές Κυκλάδες γεμάτες έμπνευση πάντα, να μαγειρεύω για εκείνους που αγαπώ, να τσουγκρίζω κρασί στον Πειναλέοντα και στο Au Revoir, να αφήνομαι με γενναιότητα και γενναιοδωρία στην μαστούρα, στον οργασμό, στην βαθιά συγκίνηση που οδηγεί σε κλάματα.
Είσαι ένα απ΄τα δυναμικότερα κορίτσια που ξέρω και κυρίως ένα απ΄τα δυναμικότερα κορίτσια που διαβάζω… Γράφεις αληθινά, χωρίς να καβαλήσεις κανένα κύμα «πολιτικής ορθότητας» και μονόχνωτου, ανδροφοβικού νεοφεμινισμού, κι αυτό είναι-για μένα τουλάχιστον-αναζωογονητικό αεράκι. Πώς βλέπεις το κλίμα σήμερα για τα κορίτσια με όλους αυτούς τους «θορύβους»; Σκέφτεσαι μήπως μ΄αυτά κι εκείνα τα νέα κορίτσια τρομάξουν αντί να γίνει το αντίστροφο;
Είμαι φεμινίστρια before it was cool με τον τρόπο που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Είμαι φεμινίστρια γιατί πάντοτε υπερασπίζομαι την γυναίκα που είμαι εγώ η ίδια και τις γυναίκες γύρω μου. Ο φεμινισμός δεν είναι βιβλιογραφία και μισανδρία, δεν είναι επιθετική αμυντικότητα και φόβος. Αντιλαμβάνομαι ότι κάποιες γυναίκες έχουν περάσει δύσκολα. Δεν ανήκω στις κακοποιημένες γυναίκες, ευτυχώς. Όμως, φυσικά και με έχουν παρενοχλήσει σεξουαλικά, φυσικά και έχω φοβηθεί. Δεν μπορώ να στρέφω το μαχαίρι των προσωπικών μου τραυμάτων ενάντια στην ανθρωπότητα συλλήβδην, βρίσκω κάτι τέτοιο μεγάλη μαλακία. Σκέφτομαι, συζητώ, διαβάζω συνεχώς για το γυναικείο και το ανθρώπινο ζήτημα. Γνωρίζω καλά πως όλες και όλοι μας θέλουμε να αγαπηθούμε. Θέλουμε κάποιον που, όπως γράφει εύστοχα ο Δεληβοριάς στο τραγούδι του «Κάποια Παιδάκια», «θα ακούσει όταν μιλήσουμε». Τα σημερινά κορίτσια, τα νέα κορίτσια, σαν εμάς και οι ακόμα μικρότερες, βρίσκουμε τα πατήματά μας σε ένα περιβάλλον που αρχίζει να δείχνει ευνοϊκότερο για τις μειονότητες. Απλώς, είμαι καχύποπτη απέναντι σε έναν γκλιτεράτο και bubbly δικαιωματισμό, είμαι καχύποπτη απέναντι σε προγράμματα της ΕΕ υπέρ των γυναικών και των φτωχών επί παραδείγματι, είμαι καχύποπτη απέναντι σε γυναίκες με γροθιές επί μονίμω υψωμένες-από τέτοιες γυναίκες έχω βρει, προσωπικά, τοίχο στην επικοινωνία, απαξίωση στο έργο και το πρόσωπό μου, με έχουν αποκαλέσει ομοφοβική, pick me και με εσωτερικευμένο μισογυνισμό, με έχουν αποκλείσει και, φυσικά, με θάβουν αρειμανίως. Δεν τους κακιώνω, αν είχαν κοινωνήσει τις μισές από τις ηδονές που βρήκα την ζωή μου, δεν θα φέρονταν, ούτε καν θα σκέφτονταν έτσι. Τις αγαπάω, τις αγκαλιάζω, παραμένω ανοιχτή κι αυτές ας έχουν το φεμινιστόμετρο, το αγωνιστόμετρο και το πενθόμετρο ανά χείρας. Είναι λάθος, ξέρεις, οι γυναίκες να περιμένουμε ότι ο κόσμος και τα ένστικτα των γύρω μας θα αλλάξουν επειδή όλοι ξαφνικά μιλούν για φεμινισμό. Τις κρίσιμες στιγμές της ζωής μας άντρες και γυναίκες, είμαστε μόνοι και μόνες, υπεράνω φύλου. Εννοώ ότι αν πρόκειται να διεκδικήσω μια θέση εργασίας δεν απαιτώ να την κερδίσω από ένα άντρα απλώς επειδή είμαι γυναίκα και θέλω περισσότερα δικαιώματα, αλλά επειδή είμαι καλύτερη. Δεν θέλω να είμαι καλή «για γυναίκα», θέλω να είμαι καλή. Τελεία. Και κάτι ακόμα: το πόσο πιεσμένοι είναι οι άντρες από την πατριαρχία είναι μια συζήτηση που επίσης πρέπει να ανοίξει σοβαρά κάποια στιγμή. Μια κόρη ενός πλουσίου στα Βόρεια Προάστια δεν είναι περισσότερο καταπιεσμένη από τον μεγάλο γιο μιας οικογένειας στην επαρχία που πρέπει να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση και βάρη. Νιώθω δελφή με όλους τους ανθρώπους, όχι μόνο με τις γυναίκες. Κάποιες γυναίκες μού είναι αποκρουστικές. Όπως και κάποιοι άντρες. Τι να κάνουμε τώρα; Όσο αρχίζουμε να ερχόμαστε σε επαφή με την λογική μας και δεν ξεπατικώνουμε ιδέες αβασάνιστα, τόσο το τοπίο καθαρίζει. Τα νέα αγόρια είναι πολύ καλύτερα από τους προγόνους τους: μαγειρεύουν, συνεισφέρουν στις δουλειές, σέβονται περισσότερο, έχουν μεγαλύτερη επαφή με την ευαίσθητη πλευρά τους. Άρα, τα νέα κορίτσια είναι εντελώς πιο προνομιούχα από την γιαγιά τους που νόμιζε ότι οι γυναίκες πρέπει να τρώνε και λίγο ξύλο. Δεν τα φοβάμαι τα νέα παιδιά, οι γενιές μας έχουν αντέξει πολλές σφαλιάρες και σε σύγκριση με κάποιες από τις προηγούμενες γενιές είναι πολύ πιο γαμάτες και ικανές να αλλάξουν στ’ αλήθεια τον κόσμο, επειδή είναι περισσότερο συμφιλιωμένες με την ιδέα να αλλάξουν και να προσαρμόσουν και να ζυμώσουν καλύτερα τους εαυτούς τους.
Σε λίγες μέρες περιμένουμε το νέο σου βιβλίο «Ο Τάσος πέθανε» από τις εκδόσεις Κάκτος. Ένα μεγάλο πένθος έβγαλε ανθό. Μετουσιώθηκε. Πώς ένιωθες γράφοντας το; Τι θα ήθελες να γίνει ο «Τάσος» για τους αναγνώστες σου;
Τι όμορφα και τιμητικά για μένα το λες. Στις 28 Δεκεμβρίου το παρουσιάζουμε στο Χαμάμ με dream team συντελεστών: Θανάσης Λάλας, Εσμεράλδα Γκέκα, Σωτήρης Παστάκας, Βαγγέλης Τρίγκας, Βασίλης Λέκκας, Θοδωρής Μπρουτζάκης, Δημήτρης Μπαρμπαγιάννης…Θα παίξουμε μουσική και θα διαβάσουμε, θα μιλήσουμε. Η έκδοση και η κυκλοφορία αυτού του βιβλίου μετράνε πολύ για μένα. Πάντα θα πενθώ για τον Τάσο Γκόβα, τον αγαπημένο μου φίλο και άνθρωπο ζωής που έφυγε άδοξα πριν από δύο χρόνια. Θέλω να μάθουν το όνομά του και την ιστορία του όσοι προμηθευτούν το έργο μου. Δεν είναι βιογραφία, φυσικά. Είναι μια προσωπική ματιά πάνω στο ζήτημα του πένθους. Αλλά είναι διάχυτο το άρωμα και το αποτύπωμα του Τάσου, που έπαιζε μπουζούκι, που έμοιαζε με καπνό έτοιμος να εξαχνωθεί από την γη, που αγαπούσε βαθιά, που ένιωθε εγκλωβισμένος καμιά φορά μες στην σκληρή πραγματικότητα. Το έγραψα τους πιο ευτυχισμένους μήνες που έχω να θυμάμαι μέχρι στιγμής. Άνοιξη, καλοκαίρι και φθινόπωρο του 2022. Οξύμωρο. Μια ευτυχισμένη γυναίκα, 30 ετών, να γράφει για ένα πλάσμα που έφυγε νέο, ωραίο, ανθισμένο από την ζωή. Ο «Τάσος» ο δικός μου είναι κάποιου άλλου ο Γιώργος, η Μαρία, η Κατερίνα, ο Παναγιώτης. Τάσος είναι εκείνος που θρηνούμε, εκείνη που μας λείπει, εκείνος που χάσαμε. Και το κεντρικό μήνυμα που διατρέχει το βιβλίο είναι ότι πρέπει να είσαι ζωντανός για να πενθείς. Ότι η ζωή είναι όμορφη και άξια να την ζεις ακριβώς επειδή περιλαμβάνει τα πάντα: ακόμα και τον Πανδαμάτορα Θάνατο.
Τη μέρα που υπέγραψες για το βιβλίο, σε είδα τυχαία στην αγαπημένη σου Κυψέλη, φορτωμένη με σακούλες από τοπικά καταστήματα. «Στηρίζω» μου είπες και σε χάρηκα. Είσαι με τα όλα κορίτσι αυτής της πόλης. Τι είναι η Αθήνα για σένα; Ποια πράγματα λατρεύεις και ποια μισείς ; Έχεις σκεφτεί ποτέ να την κάνεις;
Δεν το ξεχνώ εκείνο το βράδυ. Είχα ψωνίσει μια παπλωματοθήκη, χρόνια ήθελα, όλο το ανέβαλλα, σιγά την σπουδαία αγορά. Αλλά είχα χαρά. Η Αθήνα φυσικά και είναι τα μαγαζιά της, τα εμπορικά της, τα καφέ και τα μπαρ της, τα θέατρα, τα βιβλιοπωλεία, οι άνθρωποί της, τα περιστέρια της. Είναι κάτι σημεία σε αυτήν την πόλη που με τσακίζουν με όλες τις έννοιες της λέξης «τσακίζω»: η γωνία Αραχώβης και πλατεία Εξαρχείων, η οδός Κωλέττη, το Au Revoir, ο Αρχάγγελος, η οδός Μαυρομιχάλη ψηλά, ένα σημείο στην λεωφόρο Αλεξάνδρας πολύ συγκεκριμένο, πολύ δικό μου, το Booze στην Κολοκοτρώνη, οι δρόμοι πέριξ της Νομικής, η πλατεία Καρύτση, η Φωκίωνος Νέγρη προς Πατησίων, ολόκληρη η Πατησίων με το βλέμμα καρφωμένο στην Ακρόπολη, η οδός Κορυδαλλέως στον Άγιο Παντελεήμονα που δεν φαντάστηκα πως είναι ικανή να στεγάζει τόσους πολλούς παραδείσους. Δεν μισώ τίποτα σε αυτήν την πόλη κι ας είναι μαλακισμένη. Την αγαπώ όμως όπως είναι, δεν την αλλάζω. Δύσκολα θα την άφηνα. Μόνο για τον Έρωτα. Ο Έρωτας κι η Αγάπη είναι υπεράνω κάθε πατρίδας και πόλης.
Αν είχαμε μια ολόκληρη μέρα μαζί με ξεναγό εσένα, τι θα κάναμε; Πού θα μας πήγαινες, τι θα μας τάιζες, σε ποιο στέκι θα καταλήγαμε, ποιον θα μας γνώριζες;
Θα σας πήγαινα σε όλα τα μέρη που σας προανέφερα. Για φαγητό οπωσδήποτε στο Birdman στο Σύνταγμα και στο Δίπορτο στην Βαρβάκειο. Θα ψωνίζαμε καφέ από τον Λουμίδη στην Ομόνοια, βιβλία από το Λεμόνι στο Θησείο και από το Zatopeck στην Καλλιθέα, θα τρώγαμε γλυκό στον Βάρσο στην Κηφισιά ή στη Νάνσυ στου Ψυρρή. Αν ήταν καλοκαίρι, φιλμάκι γαλλικό ασπρόμαυρο στη Ριβιέρα, χειμώνας Αελλώ Πατησίων και μετά δίπλα Au Revoir ουίσκια μέχρι το χάραμα. Θα ήθελα να σας δείξω τον λόφο Ελικώνος, την υπόγα του Άσιμου, να κάναμε ένα τσιγάρο στον Στρέφη με ουρανό που σουρουπώνει, θα ήθελα να φάμε πίτσα με σιρόπι σφενδάμου από το Flower στη Μαβίλη και σουβλάκι από τα Άγραφα στα Εξάρχεια. Θα σας γνώριζα τους πιο αγγελικούς δαίμονες των Αθηνών, όπως εγώ τους αντιλαμβάνομαι: τον Παναγιώτη Κουνάδη, την Θέκλα Τσελεπή, τον Κώστα Λαδόπουλο, τον Μακάριο Αβδελιώδη, τον Ιάσονα Κουτούφαρη-Μαλανδρίνο, την Έλενα Μοσχίδη, την Ντόρα Ρίζου, τον Δημήτρη Τσεκούρα, την Ζωζώ Λιδωρίκη, τον Στάθη Λιβαθινό, τον Θανάση Συλιβό, τον Χρύσανθο Ξάνθη, τον Ανδρέα Θεοδωρακόπουλο, τον Μωυσή Ασσέρ, την Αμάντα Μιχαλοπούλου, τον Νίκο Λούβρο, τον Νίκο Μίγδο, την Χαρούλα Τσαλπαρά, την Λένα Κιτσοπούλου, ανάμεσα σε άλλους.
Ένα ακόμα πράγμα που κάνεις με τρόπο μαγικό, κι απόλυτα ισορροπημένο είναι το sex editing στο Andro.gr. Πότε ξεκίνησες να γράφεις σεξ-άρθρα; Βλέπω ότι με αυτή σου τη στήλη γίνεται χαμός. Λαμβάνεις μηνύματα; Ποιο ήταν το καλύτερο που σου έχουν στείλει;
Ξεκίνησα πριν από τρία χρόνια-υπήρξε μια μικρή παύση, βέβαια. Είναι κάτι που απολαμβάνω πολύ, δεν περίμενα την απήχηση που έχει, είναι αρκετά ικανοποιητική. Κάθε Παρασκευή, μάλιστα, ο Νίκος Μάντζος από το Mad Radio 106.2 με φιλοξενεί στον αέρα της εκπομπής του για να μιλήσουμε για σχέσεις και σεξ. Μα είναι τόσο ενδιαφέρον! Όλους και όλες πάνω κάτω μας νοιάζει το σεξ, έτσι δεν είναι; Η αισθητική του Andro.gr υποστηρίζει την γραφή μου που δεν είναι συμβουλευτική, μιας που δεν είμαι ειδικός, είναι πορνογραφική-ερωτική, μιας που είμαι γραφιάς. Λαμβάνω καθημερινά, σχεδόν, μηνύματα και δεν μπορώ να ξεχωρίσω το καλύτερο, ειλικρινά. Μου αρέσει όταν ζευγάρια μου εξομολογούνται ότι καυλώνουν με τα κείμενά μου και ότι με θέλουν στο κρεβάτι τους κι εμένα.
Είμαι φεμινίστρια before it was cool
με τον τρόπο που βιώνουμε
τα τελευταία χρόνια.
Είμαι φεμινίστρια γιατί πάντοτε
υπερασπίζομαι την γυναίκα που είμαι εγώ
η ίδια και τις γυναίκες γύρω μου.
Υπήρξε κάποιο όνειρό σου που έγινε πραγματικότητα και είπες «Τώρα ναι, τα κατάφερα»;
Όλα. Ό, τι ονειρεύτηκα, το έχω ζήσει. Μάλιστα, έζησα και πράγματα που ούτε καν τόλμαγα να ονειρευτώ: να ζήσω μισό χρόνο στην Κωνσταντινούπολη, να τραγουδήσω μαζί με τον Βασίλη Λέκκα, να έχω τόσο συγκλονιστικούς φίλους που αγαπιόμαστε σταθερά μες στον χρόνο, να μου πετυχαίνει έτσι ωραία η μπεσαμέλ, να κάνω συνέντευξη από την Κατερίνα-Αγγελάκη Ρουκ, να με παίρνει τηλέφωνο η Άννα Βίσση για να με ευχαριστεί για κάποιο κείμενό μου, να περπατάω μόνη μες στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης τρώγοντας παστράμι και πόσα ακόμα…πόσα! Το πιο σημαντικό όνειρό μου πάντως ήταν να νιώσω 100% κατανοητή από κάποιον και αυτός ο κάποιος να με αγαπά και να με θέλει και να τον αγαπάω και να τον θέλω κι εγώ. Πρόσφατα το είδα να πραγματοποιείται κι αυτό το τρελό όνειρο. Είμαι άπειρα ευγνώμων, δεν έχεις ιδέα.
Αν είχες μπροστά σου την δεκατριάχρονη Γεωργία, κι έπρεπε να της «χαρίσεις» ένα τραγούδι, ένα βιβλίο και μια συμβουλή, ποια θα ήταν αυτά;
Μικρό μου κοριτσάκι, θα έλεγα, ως συμβουλή, μην στενοχωριέσαι ακόμα! Έχεις τόνους δακρύων να φιλοξενήσεις στα μάτια και την μούρη σου! Θα της χάριζα το δικό μου τραγούδι, το Πιόνι και την Βασίλισσα, που έγραψαν και μου εμπιστεύθηκαν ο Λεωνίδας Μαριδάκης και η Νικόλ Κατσάνη, για να ακούσει τους στίχους και να πάρει δύναμη, κι άλλη δύναμη, για να χαράξει τον δικό της δρόμο, αλλά και για να είναι λιγότερο αυστηρή με την μαμά της, την μαμά μας. Βιβλίο δεν θα της έδινα, θα της έπαιρνα αυτό (βασικά, αυτά!) που σίγουρα θα κρατούσε στα χέρια (στο κρεβάτι, στο γραφειάκι της, στο προαύλιο, στην κατασκήνωση) και θα την προέτρεπα να μάθει μουσική, πιάνο, κιθάρα, κάτι. Το μόνο στο οποίο αντιστάθηκε η έφηβη αυτή ήταν η μουσική, την βάραιναν οι υπόλοιπες δραστηριότητες. Πόσο θα με βοηθούσε τώρα, όμως, ως τραγουδίστρια, αν γνώριζα να παίζω έστω βασικά πράγματα και να διαβάζω νότες;
Γεωργία Δρακάκη σ΄ευχαριστώ πολύ για τη γνωριμία, τη συνέντευξη, αλλά κυρίως που είσαι αυτή η κοπελάρα!
Διαβάστε την Γεωργία Δρακάκη:
Το όνομά μου είναι αυτό που διαβάζετε. Σπουδάζω στους Χημικούς Μηχανικούς. Ζω στην Αθήνα και το βιογραφικό μου είναι τόσο μικρό που δεν αξίζει να το παραθέσω. Σκοπός εδώ είναι να πούμε όσα δεν έχουν θέση και (φυσικά) δε χωρούν σε ένα απλό “lunch break”.